ΠαράΜύθοι: Παράθυρο στον κόσμο σου



 Στεκόταν μπροστά στο αγαπημένο του παράθυρο και παρατηρούσε τις σταγόνες της βροχής που βρίσκονταν σε έντονο διαπληκτισμό με το τζάμι. Εδώ και λίγη ώρα το είχαν μετατρέψει σε καμβά και βομβάρδιζαν ατέρμονα την επιφάνεια του προσπαθώντας να εκφράσουν με τα επίδοξα σχέδια τους όσα δε θα μπορούσαν ποτέ να πουν στους ανθρώπους. Κι εκείνος τις παρακολουθούσε επικεντρωμένος στο να αποκρυπτογραφήσει την κεκαλυμμένη τους διάλεκτο.

 Ήξερε κι αυτός από μπόρες, μιας και ήταν δικό τους παιδί. Γι' αυτό και δε τις φοβόταν αλλά σαν τύχαινε να συναντήσει κάποια από δαύτες εμπρός του τις κοιτούσε κατάματα. Ίσως κατά κάποιο τρόπο και να τις προσκαλούσε ο ίδιος για να τους αποδείξει την υπεροχή του απέναντι τους. Δυο καταγάλανοι ουρανοί τα μάτια του εναρμονίζονταν στις δύσκολες καιρικές συνθήκες. Άστραφταν και σκοτείνιαζαν μαζί τους. Έτσι, τα είχε όλα υπό τον έλεγχο του. Βρισκόταν ανά πάσα στιγμή προετοιμασμένος, κρατούσε τις απαιτούμενες αποστάσεις και τροφοδοτούσε τις επιφυλάξεις του. Άλλωστε, ο καθένας βρίσκει τον δικό του τρόπο να επιβιώνει.

 Προσπαθούσε, λοιπόν, να εστιάσει την προσοχή του κι αυτή τη φορά στα κρυμμένα νοήματα της βροχής. Στ' αλήθεια έβαζε τα δυνατά του, μα κάτι αδιόρατο τον αποτραβούσε από το υδάτινο σκηνικό. Παρόλα αυτά, εκείνος συνέχισε να αγνοεί επιδεικτικά τον αντιπερισπασμό. Το πάλευε καιρό τώρα και τα αποτελέσματα φαίνονταν πως ήταν με το μέρος του. 

 Μια στιγμούλα μόνο αφέθηκε και ασυνείδητα το βλέμμα του συνάντησε μια αγενή λάμψη που σαν εισβολέας προσπαθούσε να τρυπώσει από ένα δεύτερο παράθυρο, αρκετά απομακρυσμένo από την αγαπημένη του γωνιά. Απόρησε κι ο ίδιος. Η βαριά βελούδινη κουρτίνα του κάλυπτε σχεδόν όλη την έκταση του παραθύρου. Πώς λοιπόν εκείνη τολμούσε να εισχωρήσει έτσι ευθαρσώς στο χώρο του;

 Έκανε να τραβήξει προς το μέρος της για να επιδιορθώσει την κατάσταση, μα σαν πλησίασε κοντά της ένιωσε μια ζεστή ακτίνα να ακουμπάει τον ώμο του και ενστικτωδώς οπισθοχώρησε. Γύρισε για να ατενίσει το απόμερο παράθυρο για να πάρει θάρρος. Με το πέρασμα του χρόνου είχαν αναπτύξει μια ιδιαίτερη σχέση μεταξύ τους. Όμως, σαν κάτι να μην πήγαινε όπως τα είχε υπολογίσει. Διαπίστωσε πως οι ψιχάλες είχαν αρχίσει να αραιώνουν και η ορμή τους φάνταζε πλέον εξασθενημένη. 

 Έτρεξε αγωνιωδώς προς το μέρος τους. Ακούμπησε την παλάμη του επάνω στο γυαλί για να αισθανθεί τον παλμό της βροχής. Κι όμως αυτή του η κίνηση του προκάλεσε μεγαλύτερη δυσφορία. Είχε την αίσθηση πως έτσι αποχαιρετούσε το γνώριμο τοπίο του.

 "Μη με αφήνεις" το παρακάλεσε ψιθυριστά.

 Κι εκείνο σα να τον συμπόνεσε του απηύθυνε το λόγο. "Μην ανησυχείς. Έχουμε μοιραστεί τόσες στιγμές μαζί που σα με ψάχνεις θα με βρίσκεις πάντα κάπου μέσα σου. Ακόμα κι αν το ήθελα δε θα μπορούσα να σε αφήσω ποτέ. Όμως, τώρα έφτασε η ώρα μου να αποσυρθώ".

 "Όχι, μη με αφήνεις" επέμεινε εκείνος σε μια απέλπιδα προσπάθεια να το μεταπείσει με τα λόγια του.

 "Μα, ακόμα δε το κατάλαβες; Εσύ είσαι αυτός που με άφησε" του εξήγησε υπομονετικά και αποχώρησε παραχωρώντας τον στις στιγμές που του έμελλε να ζήσει με τον καινούριο του φίλο.

Δέσποινα Ζησοπούλου

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις